Θεσμός του αρματολάρχη
«Εις τα όρη της αρχαίας Δολοπίας ήρχεν Αγραφιώτης τις πολέμαρχος περί του οποίου πλειότερα δεν γνωρίζομεν». Αυτά τα λόγια είναι του ιστορικού Κ. Παπαρρηγόπουλου.
Πολέμαρχος, βέβαια, καπετάνιος και αρματολάρχης είναι λέξεις συνώνυμες. Το γεγονός ότι τα Άγραφα διέθεταν καπετάνιο, ανεξάρτητο «από της εν Κωνσταντινουπόλει μοναρχίας» κατά το 1190-1210 δηλώνει ότι: «Τα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας τα Άγραφα ενεργούσαν ως ανεξάρτητο αναγνωρισμένο κράτος από τον αυτοκράτορα». Στο ίδιο κεφάλαιο αναφέρεται ότι οι έξαρχοι που εστάλησαν στα Άγραφα από τον Κωνσταντίνο τον Κοπρώνυμο για να πιστοποιήσουν ότι η εντολή του αυτοκράτορα περί απομακρύνσεως των εικόνων είχε εκτελεσθεί, εσφάγησαν όλοι. Όσο και αν ήταν βάρβαρη αυτή η πράξη των Αγραφιωτών, καταδεικνύει ότι δεν αναγνώριζαν τον αυτοκράτορα. Δεν αναφερόμαστε στο 12ο αιώνα όπως πριν λίγο, αλλά στον 8ο!
Πότε με τον άλφα τρόπο και πότε με τον βήτα οι Αγραφιώτες πέτυχαν να συνυπάρξουν ειρηνικά με το Βυζάντιο, κρατώντας με πείσμα την ανεξαρτησία τους. Από τα μέσα του 14ου αιώνος το θεσσαλικό τοπίο παρουσίασε μεγάλες αλλαγές και οι νέες ιστορικές συνθήκες έφεραν αστάθεια. Η Θεσσαλία μετατράπηκε σε γήπεδο στο οποίο οι αγώνες μεταξύ Ελλήνων – Τούρκων – Σέρβων – Αλβανών έδιναν και έπαιρναν. Η κατάκτηση της Θεσσαλίας που άρχισε 91 χρόνια πριν από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως ολοκληρώθηκε το 1422. Για 91 χρόνια ο κοσμάκης υπέμενε σε τέτοιο βαθμό, που ο κατακτητής έμοιαζε με ευεργέτη εκείνη τη στιγμή, όσο οξύμωρο και αν φαίνεται αυτό.
Ο Τουραχάν που επί Μουράτ Β’ ανακατέλαβε τη Θεσσαλία το 1422, ήθελε και τα Άγραφα δικά του, αλλά ούτε αυτός το κατόρθωσε. Έφτασε μέχρι το Νεοχώρι στο υψίπεδο της Νεβρουπόλεως, και από την αντίσταση που συνάντησε κατάλαβε γιατί οι Βυζαντινοί είχαν παραχωρήσει αυτονομία στους Αγραφιώτες! Ως συνετός στρατηγός που ήταν εισηγήθηκε στο Μουράτ Β’ να αναγνωριστούν τα δικαιώματα των Αγραφιωτών επί βυζαντινής αυτοκρατορίας, και έτσι προέκυψε η συνθήκη του Ταμασίου. Συνεπώς, η αυτονομία που υπήρχε τον 8ο αιώνα (επί Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου), επιβεβαιώνεται με τις διαπιστώσεις του Κώστα Παπαρρηγοπούλου που αναφέρονται στο τέλος του 12ου αιώνος, και επισημοποιείται το 1525 με τη Συνθήκη του Ταμασίου. Άρα οι Αγραφιώτες που πολέμησαν τον Τουραχάν στο Νεοχώρι ματαιώνοντας τα σχέδια για κατάκτηση των Αγράφων, ήταν άνδρες που ανήκαν στο αρματολίκι στων Αγράφων. Αυτό ήταν το πρώτο αρματολίκι στον ελληνικό χώρο. Κρίμα που δε γνωρίζουμε το όνομα του πρώτου αρματολάρχη!
Το πρώτο αρματολίκι
Τα επίσημα γενέθλια του πρώτου αρματολικιού φέρουν ημερομηνία 10 Μαΐου 1525 ως προς την αναγνώρισή του από τους Τούρκους με αυτό το όνομα. Ο ίδιος θεσμός, πάντως, προϋπήρχε, χωρίς να γνωρίζουμε από πότε, και χωρίς να έχει επιζήσει η προγενέστερη ημερομηνία.
Από το βιβλίο του Κώστα Γ. Στασινού «Το Αθαμάνιο των Τζουμέρκων» (σελίδα 50) μεταφέρω τα εξής: «Από την εποχή του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-640 μ.Χ) η Βυζαντινή αυτοκρατορία είναι διαιρεμένη διοικητικά σε θέματα. Σε ορισμένες ορεινές και απόμακρες περιοχές που θεωρούνται επίκαιρες, αναγνωρίζονται στα αρματολίκια, όπως το αρματολίκι των Τζουμέρκων και του Μαλακασίου».
Πριν προχωρήσουμε περαιτέρω, καλό είναι να γνωρίσουμε το θεσμό του αρματολικιού, τη δομή του, την ιεραρχία, τους πόρους, κ.λπ. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι όρος «αρματολίκι» απαντάται μόνο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και σημαίνει περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδος μέσα στην οποία η’ ασφάλεια ανατίθεται σε αρματολούς. Πιο συγκεκριμένα και εν συντομία οι αρματολοί ήταν μάχιμη ομάδα, αποτελούνταν από Έλληνες και συντηρούνταν από Έλληνες. Αποστολή των αρματολών ήταν μαζί με την τήρηση της τάξης που ήδη αναφέραμε, η περιστολή της ληστείας. Στην ηπειρωτική Ελλάδα λειτουργούσαν δεκαεπτά αρματολίκια. Ήταν τελείως ανεξάρτητα μεταξύ τους. Στην ιεραρχία πρώτος ήταν ο αρματολάρχης -γνωστός ως καπετάνιος- και δεύτερος, δηλαδή βοηθός/υπασπιστής, ήταν το πρωτοπαλίκαρο. Όλοι οι άλλοι, χωρίς καμιά διάκριση μεταξύ τους, λέγονταν παληκάρια.
Η επιλογή/διορισμός του καπετάνιου ανήκε στην αρμοδιότητα των δημογερόντων. Έδρα και για αυτούς και για τον καπετάνιο ήταν το Νεοχώρι. Αυτό, όπως φαίνεται, ίσχυε αιώνες πριν το 1525 που ρητά αναφέρεται στη γνωστή μας συνθήκη. Έτσι είχαν τα πράγματα για σχεδόν 300 χρόνια. Όμως, μετά το θάνατο του Κατσαντώνη το 1809, ο Κοτσάμπασης της Ρεντίνας Τσολάκογλου, εκμεταλλευόμενος τη δύναμή του και τις φιλικές σχέσεις με τον Αλή Πασά, μερίμνησε να μεταφερθεί η έδρα στη Ρεντίνα, δηλαδή στο χωριό του. Πάντως, θα ήταν υπερβολή αν μιλούσαμε για ανεξαρτησία των Αγράφων μετά το θάνατο του Κατσαντώνη! Οι αρματολάρχες Κοντογιάννης και Ράγκος στην ουσία ήταν υπάλληλοι του Αλή. Ο Λεπενιώτης, που δεν είχε πάρει το μήνυμα, χάθηκε «τυχαίως» σε ατύχημα που συνέλαβε ο Αλή Πασάς, οργάνωσε ο κοτσάμπασης της Φουρνάς Γιαννάκης Κωστάκης, και έφερε εις πέρας ο δολοφόνος Νίκος Θέος!
Η επιλογή των αρματολαρχών στα εκτός Αγράφων αρματολίκια ήταν αρμοδιότητα των κατακτητών, η δε διαδικασία του διορισμού των προσλάμβανε και τελετουργικό χαρακτήρα.
Οι Τούρκοι καλούσαν τους κοτσαμπάσηδες της περιοχής στο δικαστήριο, και παρουσία του Κατή (δικαστή) και του Μουσελίνη (διοικητού της περιοχής) καλούσαν τον υποψήφιο καπετάνιο. Σε πολλές περιπτώσεις ο υποψήφιος ήταν ληστής ή εγκληματίας!
Πιο πάνω αναφέραμε ότι στο αρματολίκι των Αγράφων η επιλογή και ο διορισμός των αρματολαρχών γινόταν από το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας. Τα δώδεκα Πρωτάτα (πρωτάτα έλεγαν τους δήμους) αποτελούσαν ομοσπονδία. Προσέξτε:
1. Δώδεκα ήταν τα πρωτάτα όταν υπεγράφη η Συνθήκη του Ταμασίου.
2. Δώδεκα ήταν το 1750: «που έβαλαν βουλή να κόψουν τον Παλιόπουλο το δόλιο το Γιαννάκη). (Ο Γιαννάκης Παλιόπουλος υπήρξε για λίγο αρματολάρχης Αγράφων και η εκτέλεσή
του έγινε με βουλή (απόφαση) της αγραφιώτικης ομοσπονδίας στο Νεοχώρι στις 23 Φεβρουαρίου 1750). Η πληροφορία προέρχεται από ενθύμηση στον «Απόστολο» της Ιεράς Μονής Σπηλιάς. (Από το βιβλίο «Το Λιάσκοβο» του Χρήστου Β. Γκλέζου, σελίδα 236).
3. Δώδεκα ήταν κατά τον αδιάψευστο ιστορικό μας, το δημοτικό τραγούδι: «Πάλε καλαίς αντάμωσαις, πάλε να ανταμωθούμε, στην Παναγιά στην εκκλησία, πίσω στον άγιο δήμα. Εκεί έχουν οι κλέφταις μάζωξη, τα δώδεκα πρωτάτα». (μάζωξη=συνέλευση)
4. Δώδεκα ήταν οι δήμοι (τα πρωτάτα) μετά το 1881.
Αγραίων, Γόμφων, Κτιμενίων
Αγράφων, Δολόπών, Μενελαϊδος
Απεραντίων, Ιθώμης, Νεβροπόλεως Αγράφων
Αργιθέας, Ιτάμου, Ταμασίου
Σε σχέση με τα αρματολίκια ίσως έχετε συναντήσει τη λέξη «κόλι» (πλ. κόλια). Για ταχύτερη και πιο αποτελεσματική αστυνόμευση είχαν διαιρέσει τα αρματολίκια σε μικρότερες περιφέρειες τις οποίες ονόμασαν κόλια, κάτι αντίστοιχο με τους αστυνομικούς σταθμούς. Σε κάθε κόλι έμενε και υπηρετούσε ένας «μικρός» καπετάνιος με τους άντρες του. Έτσι αντί να μένει στο Νεοχώρι ο αρματολάρχης με ολόκληρη τη δύναμη (κατά κανόνα ήταν 200 άνδρες) μοίραζε τους άνδρες του σε 5 κόλια των Αγράφων, και η επέμβαση ήταν αμεσότερη. Ο Αλή που επισκέφτηκε την περιοχή λίγο μετά το 1805, καταγράφει αυτά τα κόλια: Κούτσουρου, Νεβρόπολης, Ορτά (Πετρίλου), Ρεντίνας και Σιάμ (Φαναρίου).
Να σημειώσουμε, επίσης, ότι οι αρματολοί ενός αρματολικιού δεν ήταν ό,τι άντρες ενός λόχου σήμερα, π.χ. Καθόλου, μάλιστα! Ήταν μία μεγάλη και συμπαγής οικογένεια, όχι μόνον επειδή τους έδενε στενή φιλία, αλλά ήταν και στενοί συγγενείς μεταξύ τους. Πριν πεθάνει ο Λιβίνης, στο τέλος του 17ου αιώνος, είπε: «σ’ εσένα, Μήτρο μου γαμπρέ, Σταθούλα ψυχογιέ μου». Ο Στουρνάρης που πέθανε το 1710 είπε: «Έλα Φουτούλη αδερφέ και πρωτοπαλικάρι».
Και τέλος «σαράντα κλέφτες ήμασταν, όλοι αδερφοξαδέρφια».
Είναι προφανές ότι οι αρματολοί στα Άγραφα έπαιζαν το ρόλο που σήμερα αντιστοιχεί στα Υπουργεία Εθνικής Αμύνης και Δημοσίας Τάξεως. Στα άλλα αρματολίκια όμως που δεν ήταν αυτοδιοικούμενα, ποιος ήταν ο ρόλος των αρματολών; Όλα τα αρματολίκια, θα λέγαμε, εξελίχθηκαν σε πολιτικοδιοικητικό θεσμό πολύ μεγάλης σημασίας. Αναμφιβόλως αποτέλεσαν το πρόπλασμα μίας ιδέας αυτονομίας και μίας ακτίνας φωτός προς την έξοδο.
Τα πρώτα ονόματα αρματολαρχών καταγράφονται μετά το 1650. Πρόκειται για τους: Μικρό Χορμόπουλο, Λιβίνη και Μεϊντάνη. Μεταγενέστερα αναφέρονται τα ονόματα του Δήμου Σταθά, Γιάννη Μπουκουβάλα (με κύρια δράση στην Αργιθέα), Γιώργου Χανιώτη ή Χαϊντούτη, Βασίλη Δίπλα, Κατσαντώνη, Λεπενιώτη και Καραϊσκάκη.
Τα Άγραφα και η Αργιθέα αυτοδιοικούνται και οι κάτοικοι έχουν το δικαίωμα να οπλοφορούν. Διαμορφώνεται έτσι ένας χαρακτήρας ελεύθερων ανθρώπων που ξεχωρίζουν για το ανεξάρτητο και αντιστασιακό τους πνεύμα. Στα Άγραφα και την Αργιθέα ανδρώθηκαν στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι Αρματολοί και οι Κλέφτες – Μπουκοβαλαίοι, Κατσαντώνης, Καραϊσκάκης. Η δημοτική μούσα αποθανατίζει με τους στίχους που ακολουθούν τα κατορθώματά τους: « Νάμουν αηδόνι στην Οξιά και πέρδικα στο Βλάσι, νάμουν μια ασπροπέρδικα στα πλάγια του Πετρίλου, στα πλάγια και στα πετρωτά και στις κοντοραχούλες, να σηκωνόμουν τα’ από ταχύ δυό ωρες πριν ξημερωσει, να ακουρμαστω τον πόλεμο πως πολεμούν οι Κλέφτες, οι Κλέφτες και οι Αρματωλοί και ο Γιάννης Μπουκοβάλας, στον πάτο στα Κουμπουριανά μπροστά στην Παναγία»,
Το Μοναστήρι της Σπηλιάς ήταν το ορμητήριο των αγώνων, Εδώ υπογράφτηκαν οι επαναστατικές προκηρύξεις και εδώ συγκεντρώνονταν οι τοπικές κυβερνήσεις. Στην μάχη της Σπηλιάς το 1823 ο Γερο- Τσιάκας πρόβαλε στην εκστρατεία του Μουσταή της Σκόνδρας ηρωική αντίσταση. Με την αποχώρηση όμως του Καραϊσκάκη απ’ την περιοχή της Αργιθέας που είχε την έδρα του στο Λεοντίτο, οι Αργιθεάτες αναγκάστηκαν να υποταχθούν στους Τούρκους.Τον κλεφτοπόλεμο συνέχισε στην περιοχή το πρωτοπαλίκαρο του ο Ράγκος.
Το 1854 οι πρόκριτοι των χωριών της Αργιθέας συγκεντρώνονται στα Βραγκιανά και συμφωνούν σ’ ένα γενικό ξεσήκωμο υπό την αρχηγία των Καραούλη, Μουτζούκη και Οικονόμου αλλά η επανάσταση δεν έφερε το ποθούμενο αποτέλεσμα. Τα έτη 1866 -1867 οι Αργιθεάτες ξανασχηματίζουν κυβέρνηση στην Σπηλιά και απ’ το Λεοντίτο στέλνουν προκήρυξη όπου περιγράφουν με μελανά χρώματα την τραγική κατάσταση απ’ την πολιορκία των Τούρκων.Στην περιοχή γύρω από την Σπηλιά έγινα συνταρακτικές μάχες. Μέχρι το 1867 το Μοναστήρι δεν είχε προσβληθεί απ’ τους Τούρκους. Οι πληροφορίες απ’ την παράδοση αναφέρουν ότι μετά την κατάληψη οι Τούρκοι αφού έσφαξαν τους μοναχούς μετέτρεψαν το Μοναστήρι σε αποθήκη. Αυτό όμως δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο και ούτε για την τύχη των Αργιθεατων αγωνιστών γνωρίζουμε. Το 1881 οι Αργιθεάτες με τα παλικάρια τους Αλεξανδρή και Ποζιό ξαναπρωτοστατούν και πάλι στον απελεθευρωτικό αγώνα ολόκληρης τωρα της Θεσσαλίας.
(Από την εισήγηση του Θωμά Θεολόγη στο ιστορικό συνέδριο Λεοντίτου)