Στην Αργιθέα οι χοροί διαθέτουν δύναμη και σταθερότητα στο ρυθμό και τα βήματα, μεγαλόπρεποι με αργές και έντονες κινήσεις. Διατήρησαν τα τοπικά γνωρίσματα αφού με αυτούς εκδήλωναν οι Αργιθεάτες τον πόθο της ανεξαρτησίας στα χρόνια της σκλαβιάς.
Αντιπροσωπευτικοί χοροί της περιοχής της Αργιθέας είναι ο Τσάμικος, ο Συρτός, Στα τρία, ο Κοφτός, ο Αρβανίτικος ή Λεσκοβίτης. Ο τσάμικος που χορεύεται στην περιοχή αυτή διαφορετικά από τους άνδρες και διαφορετικά από τις γυναίκες. Στο χορό των αντρών δεν πιάνονταν οι γυναίκες. Ο πρωτοχορευτής αυτοσχεδιάζει και με ζωηράδα και δύναμη εκφράζεται, πραγματοποιώντας επιτόπιες φιγούρες. Ο γυναικείος Τσάμικος ήταν σεμνός και ήρεμος, χορευόταν απ’ όλες τις γυναίκες που ήταν στο χορό. Στα τρία βήματα, η πρώτη γύριζε ένα βήμα και στο δεύτερο σταματούσε όπου σήκωνε ελαφρά το σώμα επί τόπου με χάρη και εγκαρτέρηση.
Ο Αρβανίτικος ή Λεσκοβίτης είναι αργός τσάμικος που η ονομασία του προέρχεται από το Λεσκοβίκι της Β. Ηπείρου και τον προτιμούν συνήθως γέροι μερακλήδες, έχει πολλά τσακίσματα και χρειάζεται ιδιαίτερη δεξιοτεχνία γιατί είναι στατικός μια που τα βήματα και οι φιγούρες του γίνονται επί τόπου με αργές ρυθμικές κινήσεις.
Ιδιαίτερος χορός της περιοχής είναι ο Κλειστός ή το Κλειστό ή «Αγκαλιαστός» ή «Μαζωχτός». Χορευόταν παλιότερα αποκλειστικά στη γιορτή της Λαμπρής στην κεντρική πλατεία του χωριού ή στο προαύλιο της εκκλησία. Συμμετείχαν όλοι οι χωριανοί με πρώτους τους σεβάσμιους ενώ η αρχή γινόταν από τον παπά. Χορεύεται κυκλικά από ομάδα αντρών και ομάδα γυναικών. Ο αντρικός κύκλος ήταν εξωτερικός και εσωτερικός ήταν ο γυναικείος. Οι χορευτές πιάνονται μεταξύ τους ο ένας από τον καρπό του άλλου. Στο ξεκίνημα του χορού οι βηματισμοί είναι αργοί, σε ρυθμό τσάμικου τέσσερα βήματα μπροστά, δύο επιτόπου με ελαφρά τσακίσματα των ποδιών ώστε να δίνεται περισσότερη χάρη στην όλη σύνθεση του χορού. Στη μέση περίπου του χορού αλλάζει ο ρυθμός του τραγουδιού και ο χορός γίνεται πιο γρήγορος, πιο λικνιστός, αφήνουν το πιάσιμο από τον καρπό και πιάνονται με τις παλάμες. Απ’ εδώ και περά ο χορός γίνεται «απολυτός», φτάνοντας ως την ένταση που έχει άμεση σχέση και με το κέφι των χορευτών και δίνεται μεγάλη χάρη στη συνολική κίνησή τους. Παλιότερα ήταν τραγουδιστικός χορός, χωρίς όργανα. Άρχιζαν οι άντρες το τραγούδι και το επαναλάμβαναν οι γυναίκες, τραγουδούσαν πρώτα οι μισοί και το επαναλάμβαναν οι υπόλοιποι. Τα τραγούδια που συνοδεύουν το χορό είναι αφηγηματικά ή παραλογές, αναφέρονται σε ιστορίες από την παράδοση και τους θρύλους του λαού μας, περιλαμβάνοντας ολόκληρες ιστορίες αγάπης ή για την ξενιτειά. Σήμερα θα ξεκινήσουν το γλέντι με Κλειστό και θα κλείσουν το γλέντι με Κλειστό.
Στα νεότερα χρόνια παράλληλα με το τραγούδι που παραμένει πάντως κυρίαρχο όργανο, μπήκαν και τα μουσικά όργανα που είναι το βιολί, το λαούτο και το ντέφι. Το κλαρίνο εμφανίστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα. Φημισμένοι λαϊκοί οργανοπαίκτες (οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν αυτοδίδακτοι) και οι οποίοι απέδιδαν με ιδιαίτερο χρώμα τα δημοτικά τραγούδια της περιοχής σε πανηγύρια, γάμους και σε γιορτές, που οι γλεντζέδες Αργιθεάτες έβρισκαν αφορμή να ξεφαντώσουν, ήταν ο Γιώργος Λέκκος (βιολί), Μήτσος Πανάγος (βιολί) και ο Στέργιος Βλαχογιάννης (τραγούδι), ο οποίος αποτελεί και σημείο αναφοράς για το αργιθεάτικο τραγούδι, τη μουσική και τους χορούς της περιοχής αφού η συμμετοχή του σε παραστάσεις του Θεάτρου Δώρας Στράτου ανέδειξαν εκτός των ορίων της Αργιθέας τον πλούσιο λαϊκό της πολιτισμό.