Σε υψόμετρο 1150 και πλέον μέτρων, εκεί όπου το σκούρο πράσινο των ελάτων συναντιέται με το γαλάζιο του ουρανού, είναι κτισμένο το Φουντωτό. Είναι ένα από τα μικρότερα χωριά της Αργιθέας αν όχι της πατρίδας μας, χωμένο μέσα στο πράσινο. Είναι κρεμασμένο από την καταπράσινη οροσειρά Αι-Λιά, Μαρίβα, Λεωνίδα, Αφορισμένη, Καραγκούνη και Ντεληδήμ, αποτελούμενο από πολλούς μικρούς συνοικισμούς. Έχει έκταση δεκατέσσερις χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή δέκα πέντε χιλιάδες στρέμματα και απέχει σαράντα (40) χιλιόμετρα από την Κωμόπολη Μουζακίου. Συνορεύει: βορείως με το Πετρίλο, ανατολικά με το Τροβάτο Ευρυτανίας, νοτιοδυτικά με το Λεοντίτο και βορειοδυτικά με το Δροσάτο και Πετροχώρι.
Συνδέεται με ασφαλτωμένο δρόμο τριών χιλιομέτρων με τον κεντρικό Μουζακίου-Παναγία Σπηλιώτισσα.
Σήμερα στο χωριό υπάρχουν τρείς ιεροί ναοί:
Ο Άγιος Γεώργιος που χρονολογείται την πρώτη χιλιετία και είναι ο κεντρικός ναός του χωριού και ο οποίος. κάηκε δε δυο φόρες από τους Τούρκους, ο Άγιος Χαράλαμπος και ο Άγιος Νικόλαος. Παλιότερα υπήρχαν και οι εξής ακόμα εκκλησίες οι οποίες καταστράφηκαν με την πάροδο του χρόνου και στις περισσότερες δεν διακρίνονται ούτε τα ερείπιά τους. Η Αγία Παρασκευή, οι Άγιοι Θεόδωροι,, η Παναγία, ο Άγιος Αθανάσιος, η Αγία Τριάδα,, ο Αι-Λιάς, ο Άγιος Κωνσταντίνος και το Μοναστήρι του Αγίου Χαραλάμπους του οποίου οι τοιχογραφίες παρέμειναν αναλλοίωτες μέχρι τη δεκαετία 1970. γεγονός που αποδεικνύει ότι ο σημερινός συνοικισμός Παλιοχώρι ήταν ένα μεγάλο κεφαλοχώρι και που για κάποια χρόνια αποτέλεσε την έδρα του χωριού.
Η αρχική ονομασία του χωριού ήταν Κοπλέσι και ανήκε στην κοινότητα Λεοντίτου. Με το Διάταγμα της 14 ης Μαρτίου /22 Μαρτίου 1919 (ΦΕΚ 66 Α /1919) ο συνοικισμός Κοπλέσι αναγνωρίστηκε ως ίδια κοινότητα και αποσπάστηκε από την κοινότητα Λεοντίτου. Επομένως η κοινότητα γεννιέται το Μάρτη του 1919, επί Βασιλέως Αλεξάνδρου, Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και Υπουργού Εσωτερικών και μετέπειτα Προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας Κ. Δ. Ρακτιβάν.
Με Διάταγμα της 17/24 Ιουλίου 1930 η κοινότητα Κοπλεσίου (Κουμπλεσίου) μετονομάστηκε σε κοινότητα Φουντωτού στο πλαίσιο εξελληνισμού των ξενικών τοπωνυμίων του Κράτους. Από τον πρώτο εκλογικό κατάλογο που συντάχτηκε το 1882.ήτοι ένα χρόνο μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους, προκύπτει ότι οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν οι οικογένειες του Θανάση Θέου Θέου, Δημητρίου Χρήστου Μαντζιούρα,Γεωργίου (Γεωργάκη) Μακρυγιάννη και του Κώστα Σωτήρη ( Σωτηρίου) του Σωτήρη. Στο χωριό λειτούργησαν δύο δημοτικά σχολεία, αυτό του Φουντωτού και αυτό του συνοικισμού Παλιοχωρίου. Το σχολείο Φουντωτού λειτούργησε από το 1935 μέχρι το1968 και του Παλιοχωρίου από το 1966 μέχρι το 1975 όταν και διέκοψαν τη λειτουργία τους ελλείψει μαθητών.
Στο συνοικισμό Μαντζουρέϊκα λειτουργεί τα τελευταία χρόνια η ταβέρνα «το Διάσελο» του Αποστόλη Θωμά Μαντζιούρα που εξυπηρετεί όχι μόνο τους κατοίκους του χωριού αλλά τους κατοίκους όλων των χωριών της Ανατολικής Αργιθέας και όχι μόνο.
Λέγεται ότι ο σημερινός οικισμός του Παλαιοχωρίου υπήρξε πριν από τέσσερις τουλάχιστον αιώνες με περισσότερα από 400 σπίτια. Πυρπολήθηκε όμως στις αρχές του 19ου αιώνα (1822-1823) κατά την επιδρομή του Μουσταή Πασά της Σκόνδρας. Ερείπια των σπιτιών αυτών σώζονται μέχρι και σήμερα. Ο αριθμός των κατοίκων του χωριού, σύμφωνα με τις επίσημες απογραφές, από το 1881 μέχρι το 2011
κυμάνθηκε από 32 μέχρι 181 άτομα. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 στο χωριό, όπως και σε ολόκληρη την περιοχή Αργιθέας, ανθούσε η κτηνοτροφία που αριθμούσε περί τις 5000 -6000 γιδοπρόβατα. Από το χωριό αντικρίζει ο επισκέπτης τη βουνοκορφή Ντεληδήμ ύψους 2163 μέτρα απ όπου διακρίνεται η λίμνη Πλαστήρα, τα Ντζουμέρκα και βουνά της Ευρυτανίας.
Γύρω από την ονομασία της τοποθεσίας Αφορισμένη υπάρχει ένας μύθος που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά. Σύμφωνα με το μύθο αυτό από την τοποθεσία αυτή πέρασε ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός. Κοντά στο δρόμο υπήρχαν στάνες κτηνοτρόφων του χωριού και καθώς περνούσε ο Πατροκοσμάς όρμησαν εναντίον του τα σκυλιά των κτηνοτρόφων χωρίς κανένας από αυτούς να απομακρύνει τα σκυλιά παρά τις εκκλήσεις του.
Τότε ο γέροντας Κοσμάς εξοργίστηκε, παρά την πραότητα του χαρακτήρα του, και είπε: « αφορισμένα να είναι τα πρόβατά σας και όρνεα κα κατοικήσουν στην τοποθεσία αυτή» Στην περιοχή αυτή πραγματικά πριν από χρόνια υπήρχαν πολλά όρνεα τα οποία με την εξαφάνιση της κτηνοτροφίας εξαφανίστηκαν κι αυτά αφού δεν έβρισκαν τροφή να φάνε από θανόντα ζώα.
Το μύθο αυτό κανένας δεν μπορεί να τον διαψεύσει με επίσημα στοιχεία, αφού έγινε αποδεκτούς επί τόσες πολλές δεκαετίες Αλλά ο μύθος αυτός είναι τόσο φτηνός που δεν αντέχει στη λογική.
Είναι δυνατόν ένας ιερωμένος σαν τον Πατροκοσμά, που κήρυττε την αγάπη προς τον πλησίον εφαρμόζοντας την κεντρική ιδέα του χριστιανισμού το ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ να καταραστεί και να αφορίσει τους κτηνοτρόφους επειδή, δήθεν, αρνήθηκαν να απομακρύνουν τα σκυλιά τους: Διέπραξαν τόσο σοβαρό αμάρτημα που να τον οδηγήσουν στον αφορισμό τους:
Το Φουντωτό αναφέρεται στην τούρκικη απογραφή του 1454 ως VOKOPOLISI εκτός του δεφτερίου, που σημαίνει ότι ο οικισμός έγινε πριν και δεν υπήρχε στην πρώτη απογραφή των Τούρκων η οποία δεν σώζεται. Το Φουντωτό προσφέρεται για ορειβασία, οδοιπορία και ποδηλασία.